Ήταν εκείνη η κομματική συγκέντρωση πριν από δύο μήνες όταν ο Παύλος Γερουλάνος, με ύφος δραματικό και τόνο αυστηρό, διακήρυσσε ότι «αν δεν κουνήσει η βελόνα» στις δημοσκοπήσεις μέσα στο δίμηνο, «θα έχουμε πρόβλημα». Μια αποστροφή που τότε παρουσιάστηκε ως κραδασμός πολιτικής ευθύνης, ως κίνηση αφύπνισης και πίεσης προς την εκλεγμένη ηγεσία. Μόνο που, σήμερα, στην επέτειο αυτής της φράσης, αποκαλύπτεται πως η πραγματική διάσταση ήταν μια διαφορετική: όχι αφύπνιση, αλλά υπονόμευση, όχι κάλεσμα σε αλλαγή, αλλά προβολή αδιεξόδου.
Οι δύο μήνες πέρασαν. Οι μετρήσεις έμειναν παγωμένες. Οι ισορροπίες σταθερές. Η κοινωνική επιρροή του ΠΑΣΟΚ δεν μετακινήθηκε ούτε κατά ένα χιλιοστό. Και η περιβόητη «βελόνα» παραμένει ακίνητη, όχι γιατί το κόμμα δεν έχει δυναμική, αλλά γιατί κάποιοι επιλέγουν να αναπαράγουν μια αφήγηση μόνιμης στασιμότητας για να δικαιολογήσουν τον ίδιο τους τον ρόλο.
Η δημόσια κριτική του Γερουλάνου, αντί να συνοδευτεί από πολιτικό σχέδιο ή από μια έμπρακτη συμβολή, έμεινε μετέωρη. Ένα ηχηρό μήνυμα χωρίς περιεχόμενο. Μια δήλωση διορίας χωρίς την παραμικρή συνέχεια. Ένα τελεσίγραφο που κατέληξε να βαραίνει τον ίδιο περισσότερο από εκείνους στους οποίους απευθυνόταν. Σήμερα, η επιμονή του να παρουσιάζει το ΠΑΣΟΚ ως εγκλωβισμένο μοιάζει περισσότερο με αυτοεκπληρούμενη προφητεία παρά με πρωτοβουλία πολιτικής αναγέννησης.
Και μέσα σε αυτή τη σταθερή αδράνεια, εκείνο που μένει δεν είναι η προειδοποίηση. Είναι η αντίφαση. Ο άνθρωπος που ζητούσε αλλαγή εντός δύο μηνών, δεν προσέφερε τίποτα που να την υπηρετήσει. Ο πολιτικός που επέλεξε να μιλήσει για «πρόβλημα», δεν έκανε το παραμικρό για να το αντιμετωπίσει. Η φράση του Γερουλάνου δεν μετατράπηκε σε κίνητρο, αλλά σε σημείο αναφοράς μιας προσωπικής στρατηγικής που μπλέκει την κριτική με την αυτοακύρωση.
Δύο μήνες μετά, η επέτειος της δήλωσης λειτουργεί σαν καθρέφτης. Η «βελόνα» πράγματι δεν κουνήθηκε. Όχι όμως εις βάρος της ηγεσίας. Εις βάρος εκείνου που, αντί να συμβάλει, επέλεξε να μετρά την κίνηση χωρίς να κουνά ούτε το δάχτυλο.



