Εδώ και χρόνια, ο ΟΠΕΚΕΠΕ παρουσιαζόταν ως πυλώνας διαφάνειας στη διαχείριση των αγροτικών ενισχύσεων.
Στην πραγματικότητα, λειτουργούσε ως εργαλείο για την αναπαραγωγή ενός πελατειακού, αδιαφανούς και βαθιά διεφθαρμένου συστήματος, με τις ευλογίες –αν όχι και με την καθοδήγηση– των κυβερνώντων. Το σκάνδαλο που αποκαλύφθηκε δεν αποτελεί απλώς «αστοχία» του συστήματος. Είναι απόδειξη ενός πολιτικού σχεδιασμού που ξεπερνά την αμέλεια και αγγίζει τα όρια του οργανωμένου εγκλήματος με πολιτική κάλυψη.
Από τις Βρυξέλλες στην ελληνική επαρχία: μια υπόθεση πολλών εκατομμυρίων
Η αρχή έγινε με μια τεχνική τροποποίηση του ευρωπαϊκού ορισμού των βοσκοτόπων, που ενσωμάτωσε χέρσες και δασώδεις εκτάσεις. Το γεγονός αυτό χρησιμοποιήθηκε στην Ελλάδα όχι για την αναβάθμιση της αγροτικής παραγωγής, αλλά ως εργαλείο κερδοσκοπίας. Στήθηκε ένα δίκτυο δήθεν «δικαιούχων», κυρίως από περιοχές χωρίς βοσκοτόπια, οι οποίοι εισέπρατταν εκατομμύρια ευρώ επιδοτήσεων χωρίς να διαθέτουν ζώα ή παραγωγική δραστηριότητα. Και όλα αυτά με πλαστά μισθωτήρια, ανύπαρκτους τίτλους και απόλυτη ανοχή –αν όχι συνεννόηση– με τις ελεγκτικές αρχές του ΟΠΕΚΕΠΕ.
Το πολιτικό πρόσωπο της διαφθοράς
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, αντί να θωρακίσει τον έλεγχο των πληρωμών, φρόντισε να επιλέξει διοικήσεις με κομματικά κριτήρια και να διατηρήσει ένα περιβάλλον ασυλίας και συγκάλυψης. Δεν είναι τυχαίο ότι η Εισαγγελία της Ε.Ε. βρήκε παραθυράκια που θα έπρεπε να έχουν κλείσει χρόνια πριν – αν υπήρχε βούληση. Ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, Λευτέρης Αυγενάκης, δεν παραιτήθηκε όταν αποκαλύφθηκε το σκάνδαλο. Αντίθετα, προσπάθησε να μετακυλίσει τις ευθύνες στη διορισμένη (μέσω ΑΣΕΠ) διοίκηση του ΟΠΕΚΕΠΕ, την οποία κάλεσε σε παραίτηση για να διασωθεί πολιτικά ο ίδιος. Οι παλινωδίες του Υπουργείου, όμως, μαρτυρούν ότι όχι μόνο δεν αιφνιδιάστηκε από τις αποκαλύψεις, αλλά ότι επί της ουσίας τις ανέχτηκε.
Ευρωπαϊκή Επιτροπή: «Δεν εμπιστευόμαστε πλέον τον ΟΠΕΚΕΠΕ»
Η παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ήρθε ως καταπέλτης. Ο ΟΠΕΚΕΠΕ τέθηκε σε καθεστώς επείγουσας επιτήρησης και χαρακτηρίστηκε «μη αξιόπιστος διαχειριστής ευρωπαϊκών πόρων». Είναι η πρώτη φορά που η Ελλάδα αντιμετωπίζει τέτοια δυσμένεια στον τομέα των επιδοτήσεων – και το πλήγμα είναι όχι μόνο οικονομικό αλλά και θεσμικό. Η χώρα εμφανίζεται στα μάτια των ευρωπαίων εταίρων όχι απλώς ως προβληματική, αλλά ως συνένοχη
Όταν το κράτος εκχωρεί την εποπτεία σε συμφέροντα
Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ επιβεβαιώνει ότι η λειτουργία του ελληνικού κράτους παραμένει όμηρος ενός παρακρατικού μηχανισμού πελατειακών ανταλλαγών και ιδιωτικών συμφερόντων. Η πρόσβαση σε αγροτικούς χάρτες, σε ψηφιακές πλατφόρμες και σε πληροφορίες που έπρεπε να είναι απόρρητες, δινόταν κατά το δοκούν. Ποιος είχε την εξουσία να «ξεκλειδώνει» επιλέξιμες εκτάσεις και να αποφεύγει τις επικαλύψεις στις αιτήσεις; Ποιος είχε τον έλεγχο των λιστών πληρωμής; Ποιος αποφάσιζε ποιοι θα «τρώνε» και ποιοι θα μένουν στην απέξω; Οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα δεν βρίσκονται μόνο στα δικαστήρια. Βρίσκονται στην πολιτική ηγεσία που είτε γνώριζε και συγκάλυπτε είτε αδιαφορούσε πλήρως για την κακοδιοίκηση που εξελισσόταν μπροστά στα μάτια της.
Η ώρα της πολιτικής ευθύνης
Το κυβερνητικό αφήγημα περί «ανεύθυνων διοικήσεων» και «γραφειοκρατικών καθυστερήσεων» δεν πείθει κανέναν. Δεν πρόκειται για τεχνικό σφάλμα. Είναι σκάνδαλο με ξεκάθαρη πολιτική υπογραφή. Και όσο δεν αποδίδονται ευθύνες στους πραγματικούς ενόχους –όχι στους εξιλαστήριους τεχνοκράτες– τόσο η δυσπιστία θα βαθαίνει. Οι αγρότες που αποκλείστηκαν από τις ενισχύσεις, οι συνεταιρισμοί που αγωνίζονται να σταθούν όρθιοι, οι παραγωγοί που ελέγχονται εξονυχιστικά για κάθε ευρώ, δεν θα δεχθούν εύκολα ότι η κυβέρνηση «δεν ήξερε». Όταν τα δίκτυα απάτης λειτουργούσαν ανενόχλητα για πάνω από πέντε χρόνια, τότε κάποιος τα ήξερε. Και τα ήξερε πολύ καλά. Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ δεν αποτελεί μονάχα έναν ακόμη κρίκο στην αλυσίδα διαφθοράς. Αποτελεί ζωντανή απόδειξη του πώς λειτουργεί η εξουσία όταν δεν έχει αντίβαρα, λογοδοσία και διαφάνεια. Η κυβέρνηση οφείλει εξηγήσεις – όχι μόνο στους αγρότες αλλά και σε ολόκληρη την κοινωνία. Και αυτές οι εξηγήσεις δεν χωρούν σε ανακοινώσεις, αλλά σε παραιτήσεις.