Κλίμα εκφοβισμού και απειλών κρατά κλειστά τα στόματα στο σκάνδαλο των παράνομων επιδοτήσεων μέσω του ΟΠΕΚΕΠΕ. Αποκαλυπτική είναι η κατάθεση της υπαλλήλου του Οργανισμού Παρασκευής Τυχεροπούλου για τις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν προκειμένου να μην προχωρήσουν οι έλεγχοι στα ύποπτα ΑΦΜ, για να μπορεί να συνεχιστεί το πάρτι των παράνομων ευρωπαϊκών επιδοτήσεων. Μετά την αφαίρεση των σχετικών αρμοδιοτήτων από τους «ενοχλητικούς» υπαλλήλους, απαξιώνεται η προσωπικότητά τους και επιχειρείται η «δολοφονία» του χαρακτήρα τους, σύμφωνα με την Παρασκευή Τυχεροπούλου η οποία κατέθεσε ως πρώτη μάρτυρας σε ακόμη μία δίκη για τις παράνομες ευρωπαϊκές επιδοτήσεις που καρπώνονταν για χρόνια συγκεκριμένα άτομα, σε βάρος των πραγματικών δικαιούχων. «Υπάρχει φόβος στον Οργανισμό. Πολλοί δεν μιλούν», τόνισε χαρακτηριστικά
Κατηγορούμενοι στην υπόθεση αυτή είναι ο πρώην πρόεδρος του ΟΠΕΚΕΠΕ Δημήτρης Μελάς και η πρώην διευθύντρια Άμεσων Ενισχύσεων και Τεχνικών Έργων, Αθανασία Ρέππα για υπεξαγωγή εγγράφου, υπόθαλψη εγκληματία και παράβαση καθήκοντος από κοινού.
Καταθέτοντας η κ. Τυχεροπούλου, αναφέρθηκε στους ελέγχους που διενήργησε το 2020 και τα ευρήματά της για εκτεταμένες παρατυπίες στη διανομή του Εθνικού Αποθέματος.
«Ήμουν υπεύθυνη για τον έλεγχο αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών», είπε η μάρτυρας και συμπλήρωσε: «Ο τότε πρόεδρος Γρηγόρης Βάρρας μου ανέθεσε πρόσθετους ελέγχους για το Εθνικό Απόθεμα 2019–2020, καθώς υπήρχαν υποψίες καταχρηστικών δηλώσεων σε βοσκοτόπια». Περιγράφοντας τη διαδικασία, σημείωσε ότι ετησίως υποβάλλονται περίπου 650.000 αιτήσεις επιδοτήσεων από αγρότες, εκ των οποίων εγκρίνονται περίπου 550.000, με συνολικό ποσό ενισχύσεων που αγγίζει τα τρία δισεκατομμύρια ευρώ.
Επιδοτήσεις χωρίς την κατοχή εκτάσεων
Η κ. Τυχεροπούλου υποστήριξε πως ξεκίνησε τους ελέγχους των ΑΦΜ στις 4 Σεπτεμβρίου 2020, και δεν άργησε να καταλάβει τι συνέβαινε. «Διαπίστωσα ότι για 99 ΑΦΜ υπήρχαν σοβαρές παρατυπίες. Οι εκτάσεις που δηλώνονταν δεν βρίσκονταν στην κατοχή αυτών που έπαιρναν την επιδότηση. Άλλος τις δήλωνε μια χρονιά, άλλος την επόμενη. Επρόκειτο καθαρά για τεχνητή δημιουργία δικαιωμάτων», τόνισε.
Η μάρτυρας παρέδωσε τα αποτελέσματά της σε πορισματική έκθεση. «Έδωσα την έκθεση στην κ. Αδαμοπούλου για να την παραδώσει στον κ. Βάρρα», ανέφερε. «Εκείνος είχε δώσει εντολή τα ευρήματα να αποσταλούν στη Δικαιοσύνη». Όμως, τον Νοέμβριο του 2020, ο κ. Βάρρας αποχώρησε από τη διοίκηση του οργανισμού. Λίγες ημέρες αργότερα, η ίδια έλαβε email από τον γενικό διευθυντή κ. Λαμπρόπουλο να παραδώσει τους φακέλους των ελέγχων στον κ. Μελά και στην κ. Ρέππα.
«Συγκέντρωσα τα στοιχεία και τα παρέδωσα στις 17 Νοεμβρίου στο γραφείο του κ. Μελά. Ερχόταν εκείνη τη στιγμή και η κ. Ρέππα», κατέθεσε. «Από εκείνη τη στιγμή μου αφαιρέθηκε το δικαίωμα εισαγωγής στοιχείων στο ηλεκτρονικό σύστημα. Είδα πως τα έντυπα που είχα καταχωρίσει άρχισαν να πολλαπλασιάζονται και εμφανίζονταν με διαφορετικά αποτελέσματα από αυτά στα οποία είχα καταλήξει εγώ».
Πρόεδρος: Τι εννοείτε όταν λέτε ότι πολλαπλασιάζονταν;
Μάρτυρας: Είχα καταχωρίσει ένα έντυπο ελέγχου και ξαφνικά έβλεπα οκτώ με το όνομά μου και διαφορετικά συμπεράσματα. Τα αρνητικά έντυπα είχαν μπροστά κωδικό –1, που αργότερα έμαθα ότι δεν λαμβανόταν υπόψη. Και όλοι οι έλεγχοι μου δόθηκαν για “επανέλεγχο”».
Oι απειλές
Η μάρτυρας είπε ότι τότε δεν αντιλήφθηκε σκοπιμότητα και δεν θεώρησε ότι κινδυνεύει. Ωστόσο, μεταγενέστερα δέχτηκε απειλές από ελεγχόμενο παραγωγό. «Με πλησίασε ο κ. Ξυλούρης και μου είπε θυμωμένος πως, αν είναι να κλείσει το σπίτι του, θα το κάνει ο ίδιος», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Η κ. Τυχεροπούλου ερωτώμενη για το ρόλο των δύο κατηγορουμένων, υπογράμμισε ότι δεν δέχθηκε πιέσεις από τον κ. Μελά ή την κ. Ρέππα, αλλά περιέγραψε κλίμα απαξίωσης: «Είχα αποκλειστεί υπηρεσιακά. Διαδιδόταν ότι είμαι “τρελή” και ότι δημιουργώ προβλήματα στον οργανισμό. Μου μετέφεραν ότι ο κ. Μελάς το είχε πει αυτό σε συζητήσεις, αλλά δεν θέλω να αναφερθώ σε ονόματα. Υπάρχει φόβος στον οργανισμό, πολλοί δεν μιλούν».
Η κατάθεση συνεχίζεται.