Από την 1η Ιανουαρίου οι οδηγοί θα βρεθούν αντιμέτωποι με νέες αυξήσεις στα διόδια, αυξήσεις που δεν κατανέμονται ομοιόμορφα στο εθνικό οδικό δίκτυο.
Αν και σε αρκετούς αυτοκινητόδρομους οι ανατιμήσεις κινούνται σε σχετικά ήπια επίπεδα, υπάρχει ένας άξονας όπου οι μεταβολές ξεχωρίζουν τόσο σε ποσοστό όσο και σε πραγματικό κόστος: η βασική γραμμή Αθήνα–Θεσσαλονίκη.
Τα αναλυτικά στοιχεία δείχνουν ότι το μεγαλύτερο βάρος των αυξήσεων συγκεντρώνεται στο κεντρικό τμήμα της διαδρομής, από την Πελασγία έως το Κλειδί. Σε αυτή την ενότητα του άξονα, οι ανατιμήσεις φτάνουν έως και το 27%, με τη μεσοσταθμική αύξηση να διαμορφώνεται κοντά στο 25%. Πρόκειται για ποσοστά που δύσκολα μπορούν να περάσουν ως «τεχνικές προσαρμογές», ιδίως όταν αφορούν έναν δρόμο με υψηλή και σταθερή κυκλοφορία.
Συγκεκριμένα, στην Πελασγία το κόστος διέλευσης αυξάνεται από 3,30 ευρώ σε 4,10 ευρώ, καταγράφοντας άνοδο άνω του 24%.
Στο Μοσχοχώρι, η χρέωση ανεβαίνει από 3,80 σε 4,70 ευρώ, με αύξηση που πλησιάζει το 24%.
Στο Μακρυχώρι, το διόδιο αυξάνεται από 2,40 σε 3,00 ευρώ, δηλαδή κατά 25%, ενώ στη Λεπτοκαρυά η μεταβολή αγγίζει το 26,7%, με το κόστος να ανεβαίνει από 3,00 σε 3,80 ευρώ.
Στο Κλειδί, τέλος, η χρέωση ανεβαίνει από 2,10 σε 2,60 ευρώ, σημειώνοντας αύξηση σχεδόν 24%.
Αντίθετα, στους σταθμούς που βρίσκονται στα άκρα της ίδιας διαδρομής, οι αυξήσεις είναι σαφώς πιο περιορισμένες. Στις Αφίδνες, τη Θήβα και την Τραγάνα, οι ανατιμήσεις κυμαίνονται μεταξύ 3% και 5%, ενώ στη Μάλγαρα το κόστος παραμένει αμετάβλητο. Η εικόνα αυτή δημιουργεί την αίσθηση ότι οι αυξήσεις δεν κατανέμονται ισομερώς, αλλά «φορτώνονται» στο πιο κρίσιμο και αναπόφευκτο κομμάτι της διαδρομής.
Το αποτέλεσμα αποτυπώνεται ξεκάθαρα στο συνολικό κόστος μετακίνησης. Για να κινηθεί πλέον ένα ΙΧ από την Αθήνα έως τη Θεσσαλονίκη, ο οδηγός θα πρέπει να καταβάλει 36,45 ευρώ σε διόδια, έναντι 32,15 ευρώ που πληρώνει σήμερα. Η διαφορά των 4,3 ευρώ μεταφράζεται σε συνολική αύξηση 13,4% στο κόστος της διαδρομής, χωρίς να υπολογίζονται καύσιμα, συντήρηση και λοιπά έξοδα.
Σε μια μεμονωμένη μετακίνηση, το επιπλέον κόστος μπορεί να φαίνεται διαχειρίσιμο. Σε επαναλαμβανόμενα ταξίδια, όμως, ιδίως για επαγγελματίες οδηγούς, μεταφορικές επιχειρήσεις ή όσους μετακινούνται συχνά για εργασία, το άθροισμα γίνεται αισθητό και επιβαρύνει ουσιαστικά τον οικογενειακό ή επαγγελματικό προϋπολογισμό.
Την ίδια στιγμή, στους υπόλοιπους μεγάλους αυτοκινητόδρομους της χώρας, οι αυξήσεις χαρακτηρίζονται πράγματι πιο συγκρατημένες. Σε αρκετές περιπτώσεις περιορίζονται σε μικρές αναπροσαρμογές, οι οποίες αποδίδονται στις ετήσιες προβλέψεις των συμβάσεων παραχώρησης και δύσκολα προκαλούν έντονες αντιδράσεις από μόνες τους.
Ωστόσο, η συνολική εικόνα δεν διαμορφώνεται από τις ήπιες αυξήσεις, αλλά από εκείνες που συγκεντρώνονται στον βασικό κορμό των μετακινήσεων. Όταν το μεγαλύτερο βάρος πέφτει στον πιο πολυσύχναστο άξονα της χώρας, η επιβάρυνση δεν μπορεί να θεωρηθεί ουδέτερη. Και όσο τα διόδια προστίθενται σε ένα ήδη αυξημένο κόστος μετακίνησης, τόσο το ερώτημα για την πραγματική αντοχή των οδηγών επανέρχεται, χωρίς εύκολες απαντήσεις.
Δείτε αναλυτικά: Διόδια 2025



