Με σαφείς αιχμές για το timing της συνέντευξης που παραχώρησε η Μαρία Καρυστιανού στη Ράνια Τζίμα, στην οποία κατήγγειλε πως έχει δεχθεί απειλές για τη ζωή της λέγοντας πως «δέχθηκα απειλή γιατί κατηγόρησα τον Μητσοτάκη για εσχάτη προδοσία», απάντησε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κ. Παύλος Μαρινάκης σε συνέντευξη που παραχώρησε στον ΣΚΑΙ.
«Θεωρώ καλοπροαίρετα ότι είναι τυχαία η συνέντευξη καθώς αύριο, Τετάρτη είναι η συζήτηση στη Βουλή για την προανακριτική» σημείωσε χαρακτηριστικά ο πορτ παρόλ του Μεγάρου Μαξίμου.
Η απόφαση της κυβέρνησης να ανοίξει μέτωπο με την κα Καρυστιανού αποτελεί δικαίωμα και πολιτική επιλογή που θα κριθεί από την κοινή γνώμη. Όπως επίσης κρίνεται η κατηγορία για «εσχάτη προδοσία» προς το πρόσωπο του κ. Μητσοτάκη, την οποία ο υπογράφων έχει στηλιτεύσει και η οποία λειτουργεί μόνο προς όφελος της κυβέρνησης, συσπειρώνοντας απέναντί της μία κοινοβουλευτική πανσπερμία φασίζουσας ρητορικής.
Η απόφασή της ωστόσο να απευθύνει μομφή σε μία δημοσιογράφο για το timing μίας συνέντευξης ή το περιεχόμενό της αποτελεί σοβαρό θεσμικό ολίσθημα.
Είναι αυτονόητο ότι δουλειά του εκάστοτε δημοσιογράφου είναι να εξασφαλίσει μία αποκλειστικότητα για ένα φλέγον θέμα, όταν αυτό είναι… φλέγον. Όπως ακριβώς, από μία άλλη σκοπιά, και ένας Πρωθυπουργός επιλέγει να παραχωρήσει συνέντευξη όταν θέλει να πει κάτι για ένα φλέγον θέμα της επικαιρότητας. Και ως εκ τούτου η χθεσινή συνέντευξη που εξασφάλισε η Ράνια Τζίμα αποτελεί δημοσιογραφική επιτυχία και επ’ ουδενί αφορμή πολιτικής νουθεσίας ή κριτικής. Δουλειά του δημοσιογράφου δεν είναι ούτε να κάνει τον ντεντέκτιβ και να υποκαταστήσει τις αστυνομικές ή δικαστικές Αρχές.
Και σίγουρα δεν είναι να δέχεται «πυρά» όταν ενοχλεί το μήνυμα του συνεντευξιαζόμενου.
Υ.Γ. Το ολίσθημα γίνεται ακόμα μεγαλύτερο εάν συνυπολογίσει κανείς πως η συνέντευξη, σύμφωνα με πληροφορίες της στήλης, κλείστηκε σχεδόν πριν τρεις εβδομάδες, δηλαδή πολύ πριν προσδιοριστεί η ημερομηνία για την αυριανή συζήτηση στη Βουλή.