Το Γραφείο Τύπου του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής σχολίασε τις δηλώσεις του Κυβερνητικού Εκπροσώπου κ. Μαρινάκη, τονίζοντας ότι η κυβέρνηση προσπαθεί επικοινωνιακά να διαχειριστεί την ακρίβεια, χωρίς όμως να προσφέρει ουσιαστική ανακούφιση στους πολίτες.
Στην ανακοίνωση αναφέρεται ότι η αλλαγή στάσης του κ. Μαρινάκη σχετικά με τον 13ο μισθό στο δημόσιο και τα λεγόμενα για το κόστος του αποτελούν προσπάθεια επικοινωνιακής διαχείρισης, η οποία ωστόσο «πέφτει στο κενό», καθώς οι πολίτες βιώνουν την πραγματικότητα της αυξημένης ακρίβειας και της περιορισμένης αγοραστικής δύναμης.
Το ΠΑΣΟΚ τονίζει ότι η κυβέρνηση «αγωνιά να σώσει επικοινωνιακά ό,τι δεν σώζεται», ενώ η χώρα παραμένει στις τελευταίες θέσεις της Ευρώπης στην αγοραστική δύναμη, με τον πληθωρισμό να χρησιμοποιείται ως εργαλείο φορολογικής πολιτικής.
Ειδικότερα τονίζεται ότι «Άλλαξε στρατηγική ο κ. Μαρινάκης αντιλαμβανόμενος ότι η κυβερνητική προπαγάνδα «ελαφρύναμε τα βάρη-πέρασαν τα δύσκολα της ακρίβειας» έρχεται σε ευθεία σύγκρουση με την δυσβάστακτη καθημερινότητα εκατομμυρίων πολιτών, που βλέπουν τον πληθωρισμό και την αισχροκέρδεια των καρτέλ να εξανεμίζει την αγοραστική τους δύναμη. Σε αντίθεση και με τον υπουργό Οικονομικών που τόνιζε ότι ακόμη και να υπήρχαν τα λεφτά για τον 13ο και τον 14ο μισθό, δεν θα τα έδιναν, αλλά και με όσα ο ίδιος ανέφερε λίγες μέρες πριν όταν επίσης το απέρριπτε μετά βδελυγμίας, σήμερα ο κ. Μαρινάκης δήλωσε ότι η κυβέρνηση δεν είναι αντίθετη επί της αρχής. Μάλιστα, διόρθωσε τον εαυτό του για το κόστος της επαναφοράς του 13ου μισθού στο δημόσιο.»
«Θα του επαναλάβουμε ότι μαθήματα δημοσιονομικής σοβαρότητας δεν νομιμοποιείται να κάνει στο ΠΑΣΟΚ, γιατί οι πολίτες δεν έχουν μνήμη χρυσόψαρου. Ας σταματήσει και την κοπτοραπτική και την προπαγάνδα, γιατί επίσης θα πέσουν στο κενό. Η κυβέρνηση αγωνιά να σώσει επικοινωνιακά στη ΔΕΘ, ό,τι δεν σώζεται. Οι πολίτες, όμως, δεν έχουν τίποτα να περιμένουν από μια κυβέρνηση που απέτυχε και παραδίδει μια Ελλάδα στις τελευταίες θέσεις στην αγοραστική δύναμη. Μια κυβέρνηση που χρησιμοποιεί τον πληθωρισμό ως εργαλείο άσκησης οικονομικής πολιτικής «φουσκώνοντας» τα φορολογικά έσοδα.»